Monday 15 November 2010

I hate her.


I’ve come to say I hate her;

The one who gave birth to me.

I’ve come now to despise her;

The one who claims to love me.


You’d think I’d have no reason;

But I’ve got one too many.

The enormity of treason

Is just as bad as any.


I thought I’d never hate;

And it hurts me to feel so.

But I guess that’s part of fate;

And it’s time for me to go.


The past is always with me;

And so is my brain.

But if I let it haunt me;

I will remain in pain.


The tissues have run out;

And so must the tears.

One thing I’d like to shout;

THANKS FOR STOPPING ALL MY GEARS.

Monday 4 October 2010

Alone and Lonely.


Is anyone ever not alone? Is somebody always lonely? The answer is a varied objective. Sometimes I'm alone, sometimes I'm lonely. Tonight, I'm both.
It's a weird feeling reminding you you've met before but you chose not to remember, as if you were not conscious enough at the time. And you know you've seen the face of nobody before but you can't really recall the identity, or rather the unidentified.
And it strikes you when you've realized nobody has been waiting for you, anywhere, ever? Nobody has been waiting for you to clean so you can cook. Nobody has been waiting for you to cook so you can eat. Nobody has been waiting for you to eat so you can go for a walk. Nobody has been waiting for you to come home. Nobody has been waiting for you to take a bath. Nobody has been waiting for you in bed. But somebody has been waiting. Yourself.

Wednesday 8 September 2010

Η γιαγιά μου η ανήλικη.


Σήμερα θα έπαιρνα τον παππού μου στο νοσοκομείο για να πιάσει τα χάπια του έτσι έπρεπε να ξυπνήσω νωρίς για να πάμε πριν ππέσει πολυκοσμία. Αλλά εγώ, επειδή άργησα να πάω σπίτι την προηγουμένη νύχτα αποφάσισα να μην κοιμηθώ καθόλου τζαί επήα πίντα που λαλούμε. Την ώρα που μπήκα στο αυτοκίνητο ένιωσα πολύ ωραία επειδή έλουζε με η φρεσκάδα του δροσερού πρωινού αέρα τζαί ο ήλιος εκάρφωνε με στα μάτια επειδή ανατέλλετουν και όχι επειδή έδυε. Είχα καιρό να βρεθώ έτσι ώρα ξύπνια… απόλαυσα το. Εν τζίνη η φάση που εν πάει καθόλου να είσαι σε αυτοκίνητο ή εγκλωβισμένος σε οποιουδήποτε άλλου είδους όρια. Εν τζίνη η φάση που πάει πολλά να είσαι ξυπόλητος τζαί να ξαπλώνεις μέσα στον κήπο σου, μεθυσμένος που το πολύ οξυγόνο. Στην άφιξη μου η γιαγιά εκάθετουν πάνω στον καναπέ και ο παππούς όρθιος, πανέτοιμος να φύγουμε. Σηκώνεται η γιαγιά τζαί φωνάζει ‘Ε ΓΙΑΝΝΗ! ΕΝ ΝΑ ΦΥΟΥΜΕΝ ΕΜΕΙΣ’ βλέποντας προς το σαλόνι με απροσδιόριστο βλέμμα. Ο παππούς, ο Γιαννής, ο άνδρας της, στον οποίο απευθύνετουν, εστέκετουν δίπλα της τζαί τζίνη εφώναζεν που την άλλη! Ωραία λαλώ, εξεκινήσαμε… επροβλέπετουν δήσκολη μέρα, όπως και ήταν. Λοιπών στο αυτοκίνητο, την μιαν ερωτούσε με ποιος εν ο γέρος που εν δίπλα μου τζαί την άλλη ερωτούσεν τον τζίνο ποια είμαι εγώ! Σε άλλες φάσεις εγύριζε τζαί ελαλούσε μου ότι εν πολλά ωραία τα μαλλούθκια μου, τζαί σε άλλες έπιανε τα τακκούνια μου που το πίσω κάθισμα για να με ρωτήσει τι είναι. Την μιάν ελαλούσε μου ότι έσιε πέντε γιούες τζαί την άλλη ότι εν έσιει με παιθκιά με αγγόνια. (Hello? εγώ τι είμαι?). Τέλος πάντων, με αρκετή υπομονή επήαμε στο νοσοκομείο, επιάσαμε τζαί τα χάπια, επισκευτήκαμε τζαί τον παπά μου στη δουλειά τζαί ήρταμε πίσω σπίτι να φάμε, όπου είχε κιόλας μεσημεριάσει. Καθόλη τη διάρκεια της ημέρας όμως η γιαγιά ήταν ακάθεκτη στον κόσμο της. Είχε αποκαλέσει τον παππού θείο της, παπά της, Παμπήν, Τάκη και Κωστάκη. Εγώ δεν ήξερα αν ήθελα να γελάσω ή να κλάψω και επειδή δεν είχα κοιμηθεί ήμουν πτώμα τζαί τα μάθκια μου εκλείαν τζαί που τη νύστα. Λαλώ που μέσα μου, να φάω γλήγορα τζαί να πάω να ππέσω. Αλλά που να ξέρω η καημένη ότι η γιαγιά έσιει την ενέργεια του δίχρονου? Καταρχάς μόλις έβαλα το φαί μέσα στα πιάτα ενθουσιάστηκε τόσο πολλά που είπε του παππού ότι θέλει να με κάμει κόρη της επειδή είμαι προκομμένη! ‘Μα χόρε χόρε τούντο κορρούιν! Ήντα καλλόν! Γιαννή εν να την κάμω δική μου! Εν να την βάλω να σαρίσει…’ τζαί ο παππούς να γελά τζαί να λαλεί ‘ου κκιάολε’ με ένα ύφος χαριτωμένο. Καθόμαστε λοιπών να φάμε τζαί πιάνει το ποτήρι η γιαγιά τζαί λαλεί μου ‘εις υγεία’ τζαί απαντώ της ‘cheers!’ τζαί απαντά μου ‘CHEEROP’!! Ε τζιαμέ εν το άντεξα! Εφίρτηκα που το γέλιο! Ήταν αστείο έως και κωμικοτραγικό! Τζαί ξέρεις μετά που τζίνο επήρα φόρα τζαί άρχισα τα αστεία τύπου ‘Cheerop mate’ όπου ο μόνος παραλήπτης ήμουν εγώ! Στη συνέχεια ερώτησε με πόσων χρονών είμαι τζαί απάντησεν που μόνη της ότι είμαι δώδεκα… ασχέτως ότι επήρα την στο νοσοκομείο με το αυτοκίνητο και όχι μα τον γάρο. Τζαί όταν την ερώτησα για την δική της ηλικία είπε μου ότι εν έντεκα. Δηλαδή ένα χρόνο νεότερη από εμένα, την εγγονή της! Σε τζίνη τη φάση παίρνεις μιαν ανάσα και ψευτοχαμογελάς αντιλαμβανόμενη ότι η γιαγιά σου πάει… τον έχασε! Όι πως εν το ξέρεις αλλά ήλπιζες ότι θα αναγνώριζε ηλικίες αν όχι τα πρόσωπα. Είναι όντως λυπηρό και συναισθηματικά επώδυνο να βλέπεις την εγκεφαλική κατάντια του ανθρώπου. Ασπούμε σκέφτεσαι, πώς γίνεται? Αφού στέκουμε μπροστά της τζαί θωρεί με! Γιατί εν βλέπει ότι είμαι εγώ? Γιατί εν με αναγνωρίζει? ΑΑΑΑΓΙΑ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ!!!! Αφού μια φορά που ήμασταν μόνες μας είπα της εμπιστεύτηκα ‘Αγια παρέτα να μας περιπαίζεις. Επαρατράβησε το αστείο του ποιος είσαι εσύ τζαί ποιος είναι τούτος! Σοβαρεύτου επιτέλους!’ τζαί το μόνο που είχε να πεί η καημένη ήταν ‘Εντάξει μάνα μου…’

Monday 9 August 2010

Στεριά. Πιάσαμε στεριά.

Σήμερα στη θάλασσα με γυαλιά ηλίου που ανήκαν σε άλλον, ψιλοαντιμετώπισα τον εκνευριστικό μου εαυτό. Αυτόν δηλαδή που σπάει τα νεύρα σε όλους όσους νιώθει οικεία μαζί τους. Αυτόν τον νταή ο οποίος χτυπάει ανελέητα την ευγένεια αγνοώντας το γεγονός ότι η βία διώκεται ποινικώς. Έχω παρατηρήσει ότι τον τελευταίο καιρό είμαι επιθετική έως και προσβλητική με τα άτομα του πιο στενού μου περιβάλλοντος. Τα ίδια άτομα τα οποία μου λείπουν αφάνταστα όταν είμαι στο εξωτερικό. Εκατάντησε η κατάσταση να είναι μακριά και αγαπημένοι, κοντά και τσακωμένοι.

Σήμερα στη θάλασσα με βουρκωμένα μάτια, κατάλαβα ότι εν εγώ που δημιουργώ τούτη την ένταση τζαί ότι εν εγώ που πειράζουμαι με μικροπράγματα που στο παρελθόν θα προσπερνούσα… Κάποτε δικαιολογώ τον εαυτό μου λέγοντας ότι πειράζουν με τωρά τούτα τα πράγματα επειδή επήραν μεγαλύτερες διαστάσεις τζαί σε τζίνη την φάση αντιλαμβάνομαι ότι ακούουμε σαν μιαν Κυπραία που εν αντέχει τις ιδιοτροπίες του άνδρα της μετά από τόσα χρόνια γάμου, σαμπώς τζαί έννεν που την μέρα που παντρευτήκαν που καθαρίζει το αυτί του με το νύσιν του!

Σήμερα στη θάλασσα με αρκετή άμμο στο πουκατινό κομμάτι του μαγιού μου, εξομολογήθηκα ότι η ανεξήγητη συμπεριφορά μου και τα πολλά νεύρα πηγάζουν από τον φόβο μου για αγάπη. Ακούστηκε μου πολλά παράξενο και εξακολουθώ να νομίζω ότι είναι παράξενο επειδή ήμουν πάντα άτομο φιλικό και αγαπησιάρικο (αλλά και αγαπητό μην σου πω) προς τους άλλους αλλά προφανώς κάτι επήγε στραβά στην πορεία. Δεν εξηγείται αλλιώς τούτη η στάση (γαμημένη να μείνει για στάση) που κρατώ απέναντι σους άλλους. Αφού έντζαι εκάμαν μου τίποτε οι καημένοι.

Σήμερα στη θάλασσα με το βλέμμα στον ορίζοντα, ελυπήθηκα που το εκατάλαβα τούτο το πράμα επειδή εν εγώ που λαλώ πάντα καλύτερα να ‘παίξεις τζαί να χάσεις, παρά να μεν παίξεις καθόλου’ και αυτό βεβαίως συνεπάγεται στο να πληγωθείς, το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα αλλά τελικά εν είμαι τόσο τσιάκκος όσο φαίνουμε αλόπως! Δάσκαλε που δίδασκες και λόγο δεν εκράτησες εκαταντήσα(με).

Σήμερα στη θάλασσα με τον ήλιο στα μαλλιά, έβγαλα το συμπέρασμα ότι παρόλο που θέλω να αγαπώ και να αγαπιέμαι, και παρόλο που αγαπώ και αγαπιέμαι, όταν καταλάβω ότι (χ)όντος με αγαπά κάποιος πραγματικά και ανεπιφύλακτα δημιουργώ μια απόσταση σαν να είμαι σε μια φούσκα τζαί αν μου κοντέψει κανένας παραπάνω που το κανονικό εν να μου σπάσει την φούσκα τζαί μετά εν να τον σπάσω εγώ που το ξύλο… (πολλής καυκάς έππεσε δαμέ)! Τελικά είναι ο δικός μου τρόπος να γίνομαι απωθητική για να δείχνω στον άλλο ότι δεν αξίζω τόση αγάπη και να σταματήσει να νομίζει ότι είμαι τέλεια επειδή δεν είμαι. Ενεργοποιώ ένα μηχανισμό άμυνας (defense mechanism) για να δείξω ότι έχω και ένα κακό εαυτό.

Σήμερα στη θάλασσα με το αλατισμένο νερό στο στόμα, εκατέληξα ότι χρειάζομαι μιαν μόνιμη αγκαλιά.

08/08

Tuesday 3 August 2010

Ελαφρύ Μελαγχολία

Έν έσιει κάποιες φάσεις που σαν είσαι στα καλά καθούμενα (όϊ το καφέ ρε, γενικά μιλώ) πιάνει σε μια μελαγχολία τζαί μια κούραση τζαί αναρωθκιέσαι πόθεν ήρτε τωρά τούτο? Ε έπιασε με τζαί εμένα τώρα. Πριν θκιό λεπτούθκια δηλαδή. Σαν ήμουν μία χαρά, σαν εχόρεφκα τα λάτιν μου- μέστο σούσμα τζαί τον ρυθμό (θέαμα γελοιωδέστατο βέβαια), άλλαξε στυλ μουσικής ο σταθμός και να σου να εμφανίζεται με ελαφρά πηδηματάκια η μελαγχολία. Κάποτε αναρωτούμε, πώς γίνεται να είσαι τόσο ενεργητικός τζαί ευδιάθετος τζαί ξαφνικά να θέλεις να κλάψεις? Κυκλοθυμία? Nah…

Ίσως να έσιεις κάτι που σε ενοχλεί τζαί να μεν το παραδέχεσαι. Αλλά άμαν ΔΕΝ μπορείς να καταλάβεις τι σε ενοχλεί τι πρέπει να κάμεις? Έτυχε μου πολλές φορές να νιώθω ένα καινό. Σαν να είμαι φούσκα χωρίς ΚΑΝ Ίλιο! Συνήθως δεν υπάρχει τούτο το καινό αλλά κάποτε εμφανίζεται σαν ένας παλιός φίλος που αναρωτιέσαι αν σε ξέχασε ή αν θα επιστρέφει κάθε φορά να σου θυμίζει όσα παραλίγο να ξεχάσεις. Αφού είμαι ‘ευτυχισμένη’. Αφού εν πάει κάτι λάθος! Τζαί μετά σκεύτεσαι ‘Μήπως πάει κάτι λάθος?’ ‘Μήπως είναι επειδή ΔΕΝ πάει κάτι λάθος που νιώθω έτσι?’ Καινούργιο φρούτο τούτο! Να είμαστε καλά μόνο άμαν πάει κάτι λάθος! Η αλήθεια είναι ότι εμένα γεμίζει με παραπάνω να υπάρχει κάτι αρνητικό στη ζωή μου, παρά να μην υπάρχει τίποτε απολύτως.

Έτσι και απόψε, με έβαλε σε σκέψεις το κοψοφλεβικό ρεπερτόριο. (εντωμεταξύ απορώ με ποια ψυχολογική κατάσταση εκάθουνταν τζαί εφράφαν οι συνθέτες τούτα τα τραγούθκια). Γιατί λοιπών υπάρχει τούτο το αίσθημα ελαφριάς μελαγχολίας? Έντζαι ξέρω! Εν τούτο το περίεργο/ αστείο/ παράξενο/ ανεξήγητο της υπόθεσης…

Μιλώντας για ανεξήγητα, είναι τούτος ο βασικότερος λόγος που επέλεξα να γράφω ως Μόνα Λίσα. Επειδή χαρακτηρίζει με ένας συνδυασμός συναισθημάτων που απεικονίζεται τζαί στον πίνακα της κοπελιάς. Άμαν το σκεφτείς αντικειμενικά, είναι η ομορφιά του συναισθηματικού κόσμου που υπάρχει μέσα στο καθένα. Η δυνατότητα δηλαδή του να συνυπάρχουν τα αρνητικά με τα θετικά. Ying Yang ένα πράμα! Για’αυτό που νομίζω ότι η ευτυχία δεν είναι να είσαι χαρούμενος συνέχεια… Ας πούμε πολλοί πιστεύκουν ότι η ευτυχία είναι να νιώθεις πάντα καλά. Αλλά πως είναι αυτό πιθανό, ιδικά στη σημερινή κοινωνία? Πως μπορεί κάποιος να πιστεύκει ότι μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματα του? Προσωπικά (εγώ τρελαίνομαι, το παραμύθι σου και να΄μαι και να φαίνομαι) εκτιμώ το γεγονός ότι υπάρχουν ανηφόρες και κατηφόρες και ότι ΕΝ ΤΟΥΤΟ η ευτυχία! Το να μπορείς δηλαδή να ανταπεξέλθεις στα δύσκολα με ένα αέρα χαλαρό… Είναι δύσκολο δεν λέω, άλλα κάποτε τα αρνητικά δεν είναι και τόσο άσχημα. Που την άλλη πάλε εν σαν τα άγρια κύματα που άμαν είσαι μέσα τζαί πνίεσαι νιώθεις ότι έν έσιεις σωτηρία αλλά άμαν κάθεσαι πάνω στο μπαλκόνι τζαί κοιτάζεις την φουρτουνιασμένη θάλασσα λαλείς ‘ήντα ωραία που φαίνεται’!

Παράξενος ο κόσμος, και ο χαρακτήρας μας…